Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

η βούρτσα για τα παπούτσια

См. также в других словарях:

  • βούρτσα — η αντικείμενο από τρίχες, συρμάτινα νήματα ή συνθετικές ίνες στερεωμένες σε μια βάση διαφόρων σχημάτων, με το οποίο ξεσκονίζουμε, καθαρίζουμε ή γυαλίζουμε: Βούρτσα για τα ρούχα. – Βούρτα για τα παπούτσια. – Ο μπογιατζής βάφει με βούρτσες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»